Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Τσάρλι Χέιντεν 1937-2014: Η jazz της απελευθέρωσης


γράφει η Δήμητρα Κυρίλλου


Για όσους πιστεύουν ότι η μουσική τζαζ είναι υπόθεση αποκλειστικά της μαύρης φυλής, υπάρχουν τρία μεγάλα αντιπαραδείγματα: Ο Μπέρνι Γκούντμαν, ο Μπιλ Έβανς και ο Τσάρλι Χέιντεν, ο άνθρωπος με το «λυρικό στυλ παιξίματος και το ενδιαφέρον για την πολιτική» που έφυγε στις 11 Ιούλη.
 
Γεννημένος το 1937 στην Αϊόβα των μεσοδυτικών αγροτικών πολιτειών των ΗΠΑ, ξεκίνησε τραγουδώντας μουσική κάντρι και χιλιμπίλι με τη μπάντα της οικογένειάς του. Όταν μια ασθένεια πολιομυελίτιδας στα 14 του στέρησε τη δυνατότητα για τραγούδι, στράφηκε στην τζαζ και έμαθε να παίζει κοντραμπάσο.
 
Τα τέλη της δεκαετίας του ’50 ήταν καμπή για τη μουσική τζαζ. Οι «μεγάλες μπάντες» του μεσοπολέμου αποτελούσαν παρελθόν. Το ίδιο όμως και τα διάδοχα πρωτοποριακά ρεύματα hardbop και bebop της δεκαετίας του ’40. Το 1959 ο Χέιντεν ηχογραφεί με τον Ορνέτ Κόλμαν τον δίσκο «The shape of Jazz to come». Ήταν η αρχή ενός νέου ρεύματος, της Free-jazz, που έφερε πολλά πρωτοποριακά στοιχεία σε σχέση με τις μουσικές συμβάσεις που κυριαρχούσαν. 
 
Ήταν μουσική ελεύθερη από τους απόλυτους περιορισμούς των συγχορδιών, του τέμπο και των αρμονικών κανόνων, εισήγαγε τον αυτοσχεδιασμό και τη χρήση μουσικών οργάνων άγνωστων ως τότε, συνήθως από αφρικανικές ή ασιατικές χώρες. Ήταν πρωτοποριακή αλλά συνάμα κοίταζε προς τα πίσω, στις πρωτόγονες και θρησκευτικές ρίζες του μπλουζ και του γκόσπελ. Παραχωρούσε την ελευθερία στην έκφραση, όμως είχε δομή και δικούς της κανόνες. Ο αυτοσχεδιασμός ήταν συλλογικός και όχι με κέντρο το «μεγάλο» όνομα της μπάντας. Γι’αυτό συγκρούστηκε με την εμπορικότητα και διεκδίκησε να αναγνωριστεί σαν τέχνη και όχι σαν διασκέδαση. 
 

Η “άλλη” Αμερική

 

 

 

Η εμφάνιση της free jazz δεν ήταν τυχαία. Όπως και το ροκ και η σόουλ, «άκουγε» και έκφραζε τους αγώνες και τις αντιστάσεις που έρχονταν από την «άλλη» Αμερική, την Αμερική των γκέτο και της πάλης για δικαιώματα για τους μαύρους, του κινήματος ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Ο Τσάρλι Χέιντεν έβαλε τον εαυτό και τη δουλειά του στο κέντρο αυτών των εξελίξεων και δούλεψε όχι μόνο με τον Ορνέτ Κόλμαν αλλά με τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής και πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης: Ντίζι Γκιλέσπι, Τζον και Άλις Κολτρέιν, Άρτσι Σεπ κ.α. 
 
Το 1969, στο απόγειο του κινήματος, ο Χέιντεν συνεργάζεται με την Κάρλα Μπλέι και πολλούς μουσικούς από διαφορετικές εθνικότητες και στυλ στην «Liberation Music Orchestra», ένα άλμπουμ εμπνευσμένο από τον Ισπανικό εμφύλιο και τις καταιγιστικές πολιτικές εξελίξεις της περιόδου. Περιλάμβανε τρία λαϊκά ισπανικά τραγούδια, συν το «Τραγούδι του ενιαίου μετώπου» των Μπρεχτ-Άισλερ, ένα τραγούδι για τον Τσε Γκεβάρα κι ένα εμπνευσμένο από το επεισοδιακό συνέδριο του Δημοκρατικού Κόμματος στο Σικάγο (Circus ’69 ’69), έκλεινε δε με το κλασικό αντιρατσιστικό «We shall overcome» του Πιτ Σίγκερ. Με το εγχείρημα αυτό ο Τσάρλι Χέιντεν ήθελε να δώσει φωνή στους καταπιεσμένους όλου του κόσμου, να χρησιμοποιήσει τη μουσική σαν μεγάφωνο για να εκφράσει την αλληλεγγύη στα ριζοσπαστικά πολιτικά κινήματα. Το 1971 σε μια περιοδεία στην Πορτογαλία (τότε κάτω από τη δικτατορία του Σαλαζάρ), ο Χέιντεν αφιέρωσε το τραγούδι για τον Τσε στους αντιαποικιακούς αγωνιστές της Μοζαμβίκης, της Αγκόλας και της Γουινέα-Μπισάου, με αποτέλεσμα να συλληφθεί στο αεροδρόμιο κατά την έξοδό του από τη χώρα από τη μυστική αστυνομία της χούντας. Αφέθηκε ελεύθερος με επέμβαση της Αμερικανικής πρεσβείας, για να αντιμετωπίσει λίγο αργότερα στις ΗΠΑ τις ενοχλητικές ερωτήσεις του FBI. 
 
Και μετά την υποχώρηση του κινήματος του ’68 - ’69, ο Χέιντεν έμεινε συνεπής στις απόψεις του, παρά την αναγνώριση που είχε η μουσική του και ο ίδιος από το κατεστημένο. Ανασυγκρότησε την Liberation Music Orchestra τρεις ακόμη φορές, πιο πρόσφατα το 2005, όταν ηχογράφησαν το άλμπουμ «Not in our name», κραυγή διαμαρτυρίας κατά του πολέμου στο Ιράκ, που μοιράζεται το όνομά της με το μότο του αντιπολεμικού κινήματος. Σε όλη του ζωή αγωνίστηκε έμπρακτα για την άλλη Αμερική που ονειρευόταν, αν και ο ίδιος δεν υπήρξε ακριβώς θύμα της βαρβαρότητάς της, υπήρξε όμως βήμα και φωνή για όλο τον κόσμο που ήθελε να παλέψει, λευκούς και μαύρους.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου