Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

Βιβλίο: «Το τιμωρό χέρι του λαού – Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944» νέα συμπληρωμένη έκδοση

γράφει ο Λέανδρος Μπόλαρης


Το βιβλίο του Ιάσονα Χανδρινού «Το τιμωρό χέρι του λαού – Η δράση του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ στην κατεχόμενη πρωτεύουσα 1942-1944» κυκλοφορεί στη δεύτερη και συμπληρωμένη έκδοσή του. Η πρώτη έκδοση έγινε φέτος τον Μάρτη, ανατυπώθηκε μόλις δυο μήνες μετά και τώρα ήρθε η δεύτερη έκδοση. Τη δίψα για την ιστορία μιας από τις πιο ηρωικές περιόδους της ιστορίας του κινήματος στην Ελλάδα τροφοδοτεί η οργή και η αποφασιστικότητα χιλιάδων αγωνιστών να παλέψουν ενάντια σε τρόϊκες, μνημόνια και νεοναζί. Μια δίψα που εκφράζεται όχι μόνο στην υποδοχή του βιβλίου αλλά και στη συμμετοχή στις εκδηλώσεις που οργανώνει η ΚΕΕΡΦΑ με ομιλητή τον συγγραφέα του.
Ο Χανδρινός συνδέει την ανάπτυξη και τη δράση του ΕΛΑΣ της Αθήνας με το εργατικό κίνημα και τους αγώνες του. Πρόκειται για μια μεγάλη συνεισφορά στην κατανόηση εκείνης της περιόδου. Οι ρίζες του ΕΛΑΣ και της ΟΠΛΑ βρίσκεται στις ομάδες περιφρούρησης των μεγάλων διαδηλώσεων που συγκλόνισαν την Αθήνα από το τέλος του 1942 μέχρι και το καλοκαίρι του 1943. Η εργατική τάξη απάντησε στο χειμώνα της πείνας του 1941-42 με μαζικούς απεργιακούς αγώνες –και ο ΕΛΑΣ ξεκίνησε να οργανώνεται με βάση τους χώρους δουλειάς (ο «συνδικαλιστικός ΕΛΑΣ»). Η Γενική Απεργία και οι ηρωικές διαδηλώσεις ακύρωσαν την επιστράτευση τον Μάρτη του 1943. Ήταν μια κορυφαία παρέμβαση του εργατικού κινήματος που καθόρισε τις εξελίξεις. Αυτό που ο συγγραφέας Γιώργος Θεοτοκάς περιέγραφε στο ημερολόγιό του στην Απελευθέρωση ως «ατμόσφαιρα ταξικού πολέμου» είχε εκεί τις ρίζες της. Ο Ιάσονας σ’ αυτή την δεύτερη έκδοση μας δίνει ακόμα περισσότερα στοιχεία γι’ αυτό, μερικές φορές εντυπωσιακά:
«Στους μαζικούς χώρους δουλειάς που είχαν ήδη αλωθεί από τον εαμικό συνδικαλισμό, οι επεμβάσεις των αρχών Ασφαλείας και των Γερμανών εξόργισαν τους εαμίτες εργάτες. Διευθυντές μεγάλων εργοστασίων που γνώριζαν συνεχείς απεργιακές κινητοποιήσεις, όπως τα υφαντουργεία και οι καπνοβιομηχανίες Κεράνη και Παπαστράτου στον Πειραιά, δέχονταν σωματικές επιθέσεις από οργανωμένες ομάδες εργατών, οπλισμένων με ξύλα και λοστούς. Ο Σοφοκλής Φλέγγας, διευθυντής της καπνοβιομηχανίας Κεράνη ‘έφαγε ξύλο με σιδερένια λοστάρια από ομάδα μηχανουργών σιδηροδρομικών’ . Ο Ανδρεάδης (διευθυντής του Παπαστράτου, που τελούσε ουσιαστικά υπό έλεγχο μιας ισχυρής εργοστασιακής επιτροπής), ‘σακατεύτηκε στο ξύλο από ομάδα μηχανουργών’, το ίδιο και ο Απέργης τον Σεπτέμβριο, ενώ στην ίδια πηγή γίνεται λόγος και για τη δολοφονία του ‘προδότη εργοδηγού του Σταυριακού’ από Επονίτες. Αυτά τα περιστατικά βίαιης ανταπόδοσης σηματοδοτούν μια νομιμοποίηση της ‘επαναστατικής’ βίας ως απόλυτα θεμιτής προέκτασης του μαζικού πολιτικού αγώνα ήδη από το καλοκαίρι του 1943». (σελ. 59).

Πηγές της άλλης πλευράς

Σε ένα άλλο σημείο, παραθέτει τα εξής: «Πηγές της άλλης πλευράς συμπλήρωναν την εικόνα ενός πραγματικού ταξικού πολέμου. Το Φεβρουάριο του 1944 ο δικηγόρος Παναγιώτης Σιφναίος ανέφερε σε μια διεισδυτικότατη έκθεσή του προς την εξόριστη κυβέρνηση, ότι τα αστικά κέντρα βίωναν την αφόρητη τρομοκρατία ένοπλων παραστρατιωτικών ομάδων του ΚΚΕ: ‘Το ΕΑΜ ετοιμάζει εις τας Αθήνας νύκτα του Αγίου Βαρθολομαίου η οποία ήρχισεν ήδη’.
Οι κομμουνιστές αποτελούν τα ‘αντικοινωνικά στοιχεία’, οι εθνικόφρονες τους ‘άοπλους νοικοκυραίους που πρέπει να υπερασπίσουν εαυτούς’ και προτείνεται ως μόνος τρόπος για να σωθεί η κατάσταση, να εξοπλισθεί η ‘κοινωνία’ (δηλαδή οι μαχητικές ‘εθνικές’ οργανώσεις των Αθηνών) καλύτερα από τους τρομοκράτες του ΕΑΜ. Σε αυτή την εθνική και κοινωνική κρίση, τον πόλεμο ανάμεσα στην αστική και την εργατική τάξη, οι πόλεις θα είναι το αποφασιστικό πεδίο μάχης: ‘Όλα τα κινήματα και οι επαναστάσεις στην ελληνική ιστορία είχαν ένα κοινόν χαρακτηριστικό: Εκρίθησαν εις τας Αθήνας». (σελ. 198-99)
Οι προπαγανδιστές της θεωρίας των «άκρων» αρέσκονται στο να κάνουν αναφορές στην «κόκκινη» βία της Κατοχής, για να δικαιολογήσουν τη «μαύρη βία». Το ένα άκρο υποτίθεται ότι ήταν ο «ολοκληρωτισμός» του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που δεν ανεχόταν την ύπαρξη άλλων αντιστασιακών οργανώσεων. Η αλήθεια βέβαια ήταν πολύ διαφορετική. Στη δεύτερη έκδοση του βιβλίου περιέχονται μερικά πολύτιμα στοιχεία για τη δράση του ΕΔΕΣ της Αθήνας. Η ΟΠΛΑ και ο ΕΛΑΣ δεν τον έβαλαν στο στόχαστρο επειδή γενικώς ήταν διαφωνούντες, αλλά επειδή ήταν συνεργάτες των ναζί. Διορισμένος δήμαρχος της Νίκαιας, από την κυβέρνηση Ράλλη, όταν έγινε το αιματοβαμμένο μπλόκο, ήταν ένα μέλος του ΕΔΕΣ Αθήνας. Μια άλλη οργάνωση που χτυπήθηκε ανελέητα από το «τιμωρό χέρι του λαού» ήταν η «Χ» του Γρίβα, 51 νεκροί. Πάρα πολλοί από αυτούς ήταν οργανικά ενταγμένοι στην «Δίωξη του Κομμουνισμού» της Ειδικής Ασφάλειας, δηλαδή σε μια υπηρεσία υπό τις διαταγές των Ες-Ες και της Γκεστάπο.
Η ΟΠΛΑ όμως δεν εκτελούσε μόνο συνεργάτες των ναζί. Δεν ήταν απλά μια «περιφρουρητική» οργάνωση στην υπηρεσία του κινήματος. Μια πτυχή της δράσης της ήταν και οι δολοφονίες επαναστατών που διαφωνούσαν με την πολιτική «εθνικής ενότητας», δηλαδή της ταξικής συνεργασίας του ΚΚΕ. Η ερμηνεία αυτής της πλευράς ήταν από τα αδύνατα σημεία της πρώτης έκδοσης. Στην δεύτερη, ο Ιάσονας κάνει ένα βήμα μπροστά. Επισημαίνει ότι: «η πύκνωση των εκτελέσεων το διάστημα Σεπτέμβριος-Δεκέμβριος 1944 δεν είναι τυχαία: Είναι η περίοδος που οι παλινωδίες της πολιτικής του ΚΚΕ και οι αντιφάσεις της γραμμής απελευθέρωναν φωνές μιας ‘αριστερής’ αντιπολίτευσης στους κόλπους του εθνικοαπελευθερωτικού μετώπου, ενδεχομένως και του κόμματος, που έπρεπε να καταπνιγούν». (σελ. 136) Με άλλα λόγια, ο κόσμος της βάσης (κι όχι μόνο) που αμφισβητούσε την γραμμή που οδηγούσε στα ξεπουλήματα του Λιβάνου και της Καζέρτας δεν έπρεπε να έρθει σε επαφή με τις ιδέες εκείνων που έλεγαν ότι ο πόλεμος ενάντια στο φασισμό δεν μπορεί να σημαίνει υποταγή στους ιμπεριαλιστές και θα δικαιωθεί μόνο με την εργατική επανάσταση.
Μια μόνιμη δικαιολογία των ηγεσιών της Αριστεράς για τους συμβιβασμούς τους ήταν –και δυστυχώς παραμένει- ότι το «επίπεδο της συνείδησης» των εργατών δεν επέτρεπε περισσότερα. Με άλλα λόγια, μετέθετε τις δικές της ευθύνες στις πλάτες του κόσμου που πάλευε. Μια από τις πολύτιμες συμβολές του βιβλίου είναι ότι μας ανοίγει παράθυρα μέσα από τα οποία μπορούμε να πάρουμε μια γεύση για την πραγματική «συνείδηση» αυτού του κόσμου που μάτωνε και πάλευε. Όπως το παράδειγμα των τριών ΕΛΑΣιτών από το Φάληρο που αποφάσισαν με δική τους πρωτοβουλία να εκτελέσουν δυο χωροφύλακες της Ειδικής, με ενέδρα στην Πατησίων. Ο ένας στη μαρτυρία του που κατέγραψε ο Ιάσονας, λέει: «Τι ΟΠΛΑ και ξεόπλα, εκείνη την εποχή άμα βασάνιζες αγωνιστές σ’ έπαιρνε ο διάολος» (σελ. 119).
Οι «ομάδες μηχανουργών» που τσάκιζαν στο ξύλο τους διευθυντές που κάρφωναν απεργούς και εργοστασιακές επιτροπές δεν έπασχαν από έλλειψη «ταξικής συνείδησης», αλλά από έλλειψη ταξικής πολιτικής. Σήμερα αυτό το έλλειμμα μπορούμε να το καλύψουμε. Το βιβλίο του Ι. Χανδρινού και η συζήτηση που προκαλεί, είναι βοήθεια σ’ αυτήν την προσπάθεια.

Εργατική Αλληλεγγύη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου